voluptuosidade - ορισμός. Τι είναι το voluptuosidade
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι voluptuosidade - ορισμός


Voluptuosidade      
f.
Qualidade do que é voluptuoso.
Prazer sensual.
Prazer moral.
Satisfação íntima. -- É gallicismo para alguns puristas. Bluteau preferia "voluptade".
voluptuosidade      
sf (voluptuoso+dade)
1 Qualidade de voluptuoso.
2 Volúpia
Var: volutuosidade. Antôn: castidade.
voluptuoso      
/ô/ adj. (-1721 cf. RB)
1 que aprecia ou procura os prazeres dos sentidos, sobretudo sexuais, ou que a eles se entrega; lascivo, libidinoso, sensual
indivíduo v.
2 em que existe deleite ou gozo sensual ou um grande prazer; delicioso, deleitoso, libidinoso
carícia v. leitura v.
3 que conduz à excitação ou prazer sensual, seja sexual ou relativo a outros sentidos
motel com uma decoração v. o sabor v. de uma comida
-etim lat. voluptuósus,a,um 'agradável, aprazível, deleitoso'; ocorre tb. sob a f. volutuoso -sin/var ver sinonímia de devasso -ant casto; ver tb. antonímia de devasso